Ζωντανή συνεδρία αφηγηματικής ιατρικής: Κυριακή 20 Νοεμβρίου, 7:30 μ.μ. EET

Η συνεδρία αυτή έφερε κοντά δώδεκα συμμετέχουσες από Ελλάδα, Κύπρο, και Ολλανδία για να παρατηρήσουν και να συζητήσουν για τον πίνακα ζωγραφικής «Η μητέρα μου» της Ελένης Μιχαλακοπούλου από την ατομική της έκθεση Συγγένειες (Πολιτιστικό Κέντρο Ραφήνας – Πικερμίου, 2018). Η ομάδα επιχείρησε να ερμηνεύσει σημαίνουσες λεπτομέρειες του έργου, όπως η φούστα που παραπέμπει σε ελληνική παραδοσιακή φουστανέλα ή το πλεκτό που κρατά στα χέρια της η εικονιζόμενη γυναίκα ως μια ημιτελής ελληνική σημαία, καθώς και την απόδοση των αντιθέσεων εσωτερικού-εξωτερικού, σύγχρονου-παρωχημένου, ρεαλιστικού-σχηματικού που αναδύθηκαν μέσα από την παρατήρηση.

Μία από τις συμμετέχουσες είδε τη γυναικεία φιγούρα του πίνακα σαν ένα πορτρέτο της σύγχρονης Ελλάδας, καθηλωμένης πολιτισμικά, να ατενίζει με αποστασιοποιημένη αυστηρότητα το μέλλον. Οι ρυτίδες του προσώπου, σε συνδυασμό με το άκαμπτο σώμα και τα σταυρωμένα χέρια,  ερμηνεύτηκαν ως η αναπόφευκτη φθορά που έρχεται όχι μόνο με το πέρασμα του χρόνου αλλά και με την χρόνια απογοήτευση και παραίτηση. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της φιγούρας, που έχουν αποδοθεί σχεδόν με ρεαλιστική—αν και «καρτουνίστικη», όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε—ακρίβεια, φάνηκε να έρχονται σε αντίθεση με τον πιο αφηρημένο περιβάλλοντα χώρο. Η αρχική υπόθεση ότι η γυναίκα βρίσκεται σε εξωτερικό χώρο, δεδομένης της ύπαρξης ενός δέντρου κι ενός επίπλου βεράντας, σταδιακά αμφισβητήθηκε, καθώς η απόδοση τόσο των χρωμάτων όσο και των όγκων και της διάταξης των αντικειμένων θύμιζαν μάλλον χώρο εσωτερικό, και πιο συγκεκριμένα, σκηνικό θεατρικής παράστασης, και συνεπώς μία επίφαση του πραγματικού. Κάποια συμμετέχουσα μάλιστα φαντάστηκε την ηλικιωμένη γυναίκα του πίνακα να υποδύεται το ρόλο της «κουρασμένης» Ελλάδας σε κάποια σάτιρα. Ή, ακόμα, μιας άλλης Αθήνας-Αθηνάς, γερασμένης μεν αλλά σύγχρονης (όπως διέκρινε άλλη συμμετέχουσα στα ενδυματολογικά και στιλιστικά στοιχεία της εικονιζόμενης γυναίκας) με εμφανή οργή και απογοήτευση για την πνευματική ένδεια της χώρας της.

Ο δε κορμός δέντρου, με την απουσία ριζών (ιστορίας/παρελθόντος) και κλαδιών (μελλοντικών δυνατοτήτων), ειδώθηκε ως μια αλληγορία ενός ασφυκτικού παρόντος: μιας ζωής, λ.χ.  μέσα σε ένα μικρό δυάρι, σε ένα πυκνό αστικό τοπίο, με τις αναμνήσεις μιας άλλης ζωής και μιας άλλης εποχής σε εξαναγκαστική αποσιώπηση. Μέσα από μια διαφορετική ανάγνωση, ο κορμός, με τις πτυχώσεις, τους κυματισμούς και τις σπηλαιώσεις του, θύμισε ένα σύνολο αιδοίων, ανοίγοντας έτσι τον ορίζοντα ερμηνειών από το προσωπικό στο συλλογικό. Η ροή που παρατηρήθηκε στο ανάγλυφο του κορμού και στην κίνηση της φούστας-φουστανέλας ήταν τα μόνα σημεία του πίνακα στα οποία η ομάδα εντόπισε κάποια κίνηση. Η συζήτηση επέστρεψε στο ζήτημα (της αποσταθεροποίησης) των έμφυλων στερεοτύπων και την αντίστιξη κορμού/αιδοίου και φουστανέλας—που, αν και παραδοσιακά λειτουργεί ως ελληνικό σύμβολο ανδρισμού, στο εν λόγω έργο φοριέται από μια γυναίκα.

Τέλος, το πλεκτό στα χέρια μιας αποστασιοποιημένης γηραιάς γυναικείας φιγούρας παρέπεμψε στις tricoteuses της Γαλλικής Επανάστασης (τις γυναίκες εκείνες που κάθονταν κι έπλεκαν δίπλα στην γκιλοτίνα μετρώντας τα κεφάλια όσων εκτελούνταν) που αποτύπωσε ο Κάρολος Ντίκενς στο εμβληματικό μυθιστόρημά του Ιστορία Δύο Πόλεων.  Μετά την αποκάλυψη της ταυτότητας του έργου και της σχέσης που συνδέει το υποκείμενο με το αντικείμενο της εικονογραφικής αναπαράστασης, η συζήτηση επανήλθε σύντομα στο αινιγματικά ημιτελές (και ατελές δεδομένης της διάταξής του) εργόχειρο, με την προέκταση του μπλε νήματος να χάνεται στο κάτω μέρος του κάδρου και—ως άλλος ομφάλιος λώρος—να υπενθυμίζει τη σύνδεση τόσο μητέρας-κόρης όσο και έργου τέχνης-θεατή.

Το θέμα στο οποίο οι συμμετέχουσες κλήθηκαν να απαντήσουν ήταν «γράψτε γι’ αυτό που μας συνδέει». Τα κείμενα που αναγνώστηκαν έκαναν λόγο για «σύνδεση μέσω της μήτρας» και το «πένθος της αποσύνδεσης» ως οδυνηρή και ταυτόχρονα απελευθερωτική διαδικασία. Συνέδεσαν την τρέχουσα παγκόσμια υγειονομική κρίση και τον επιβεβλημένο εγκλεισμό των προηγούμενων ετών με την ακινητοποίηση και απαθανάτιση της μητέρας-αντικειμένου από την κόρη-υποκείμενο και την ερμήνευσαν ως μια πράξη τόσο αγάπης όσο και μίσους. Έκαναν λόγο, τέλος, για τη σύνδεση-ως-φυλακή που παρατηρείται σε σχέσεις αίματος ως συμπτωματική της παθογένειας της ελληνικής οικογένειας, αλλά και τη δύναμη της συγχώρεσης ως μέσο κατάκτησης μιας ουσιαστικής επανασύνδεσης και απαραίτητης κοινωνικής δεξιότητας.

Καλούμε όλες και όλους που συμμετείχατε να μοιραστείτε όσα γράψατε κατά τη διάρκεια της συνεδρίας μας παρακάτω (“Leave a reply”) και να κρατήσουμε αυτή την τόσο ενδιαφέρουσα συζήτησή μας ζωντανή, υπενθυμίζοντάς σας, βεβαίως, ότι αυτή είναι μια δημόσια πλατφόρμα και η πρόσβαση ανοιχτή στο κοινό.

Θα θέλαμε να μάθουμε περισσότερα  για την εμπειρία σας με αυτές τις συνεδρίες. Αν το επιθυμείτε, παρακαλούμε αφιερώστε λίγο χρόνο σε μια σύντομη έρευνα δύο ερωτήσεων!

Ακολουθήστε τον σύνδεσμο: https://tinyurl.com/nmedg-survey


Ελένη Μιχαλακοπούλου.
«Η μητέρα μου».
Από την ατομική έκθεση Συγγένειες
(Πολιτιστικό Κέντρο Ραφήνας – Πικερμίου, 2018)